Σακχαρώδης Διαβήτης τύπου 2

Ο σακχαρώδης διαβήτης τύπου 2 είναι η πάθηση στην οποία υπάρχει υπερβολική ποσότητα σακχάρου (γλυκόζης) στο αίμα. Η γλυκόζη αποτελεί ένα από τα κύρια καύσιμα του οργανισμού μας. Αν τα επίπεδα της είναι υψηλά τότε μεγαλώνει ο κίνδυνος επιπλοκών όπως η στεφανιαία νόσος, το αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο, η νεφρική ανεπάρκεια, η τύφλωση κλπ. Ο κίνδυνος των επιπλοκών μειώνεται εάν μειωθούν τα επίπεδα σακχάρου στο αίμα και διατηρηθούν σ’ όσο το δυνατό φυσιολογικές τιμές.

Μετά από δεκαετίες συζητήσεων, επικρατεί αυτή τη στιγμή η άποψη ότι ο διαβήτης τύπου 2 προκαλείται από γενετικής προδιάθεσης ανεπάρκεια της λειτουργίας των β-κύτταρων του παγκρέατος να εκκρίνουν τις απαραίτητες ποσότητές ινσουλίνης προκειμένου να επιτυγχάνουν ευγλυκαιμία. Η δυσλειτουργία αυτή των β-κύτταρων φαίνεται να έχει κρίσιμη συμβολή στην παθογένεια του διαβήτη τύπου 2, σε όλα τα σταδία της νόσου.

Συμπτώματα της πάθησης μπορεί να μην γίνουν αντιληπτά όταν τα επίπεδα γλυκόζης είναι μετρίως υψηλά(180 – 200mg/dl), αλλά ωστόσο προκαλούνται βλάβες σιωπηλά. Συμπτώματα ήπια της πάθησης περιλαμβάνουν την συχνουρία, το αίσθημα δίψας, την αδυναμία και τις κράμπες.

Θα πρέπει να ξεκαθαρίσουμε στον ασθενή ότι ο διαβήτης είναι μια χρόνια πάθηση που αντιμετωπίζεται αλλά δεν θεραπεύεται! Η διατήρηση των επιπέδων γλυκόζης εξαρτάται από την καλή συνεργασία ιατρού – ασθενή, αλλά κυρίως από την θέληση του ασθενή να τηρήσει τις οδηγίες του ιατρού. Είναι δυνατό ένα πρόγραμμα αγωγής να προσαρμοστεί στις ανάγκες κάθε ασθενή (εξατομίκευση).

Ο σακχαρώδης διαβήτης αποτελεί έναν από τους σημαντικότερους παράγοντες καρδιαγγειακού κίνδυνου και επιταχύνει την εκδήλωση καρδιαγγειακών επιπλοκών. Οι υπόλοιποι είναι: η υπέρταση, η υπερλιπιδαιμία, η παχυσαρκία, η καθιστική ζωή, το κάπνισμα και το στρες.

Ο κίνδυνος εμφάνισης καρδιαγγειακών επιπλοκών δεν προκύπτει από το άθροισμα των παραγόντων αλλά από τον πολλαπλασιασμό τους. Εδώ θα πρέπει να τονίσουμε ότι κάποια άτομα φαίνεται να διαθέτουν και ένα είδος κληρονομικής προστασίας εν αντιθέσει με κάποια άλλα που φαίνεται να είναι περισσότερο επιρρεπή. Σε κάθε περίπτωση όμως το καλύτερο είναι η καταπολέμηση καθενός από τους παράγοντες κίνδυνου χωριστά.

Η πρώτη λοιπόν συμβουλή που δίνουμε στον ασθενή είναι η αλλαγή τρόπου ζωής και συνηθειών που περιλαμβάνει τα ακόλουθα :

1) Μείωση βάρους και προσπάθεια διατήρησης του σε σταθερά επίπεδα

2) Ένταξη της σωματικής άσκησης στην ζωή

3) Άμεση διακοπή του καπνίσματος

Εάν αυτά δεν είναι αρκετά για τη διατήρηση της ευγλυκαιμίας ο ιατρός θ’ αποφασίσει τη συνταγογράφηση του κατάλληλου φαρμάκου λαμβάνοντας υπόψη τα ατομικά χαρακτηριστικά και τα χαρακτηριστικά του διαβήτη του ασθενούς. Καλύτερο θεωρείται το φάρμακο με το οποίο επιτυγχάνεται η ρύθμιση των επιπέδων σακχάρου με τις λιγότερες παρενέργειες. Είναι ιδιαίτερα σημαντικό να τονιστεί ότι το φάρμακο πρέπει να λαμβάνεται συνεχώς και να μην διακόπτεται χωρίς την έγκριση του ιατρού. Με την πάροδο των χρόνων μπορεί να χρειαστεί και η πρόσθεση ινσουλίνης στην φαρμακευτική αγωγή του ασθενούς.

Συχνότερη παρενέργεια της θεραπευτικής αγωγής είναι η υπογλυκαιμία (=μη επαρκής ποσότητα σακχάρου στο αίμα). Σημεία και συμπτώματα της υπογλυκαιμίας είναι: αίσθημα πείνας, ευερεθιστότητα, αιφνίδια κόπωση, εφίδρωση, θολή όραση, ωχρότητα, αίσθημα παλμών, ταχυκαρδία, δυσκολία συγκέντρωσης. Η παρατεταμένη και έντονη υπογλυκαιμία κρίνεται μάλιστα ιδιαίτερα επικίνδυνη αφού μπορεί να οδηγήσει σε απώλεια συνείδησης και κώμα.

Η υπογλυκαιμία προκαλείται συνήθως από λάθος διατροφή, λήψη φάρμακων με άδειο στομάχι ή υπερβολική σωματική άσκηση και αντιμετωπίζεται με την άμεση λήψη ζάχαρης.

Τα όργανα στα οποία εκδηλώνονται συχνότερα οι επιπλοκές του διαβήτη είναι τα πόδια (διαβητική νευροπάθεια, αρτηριοσκλήρυνση), η καρδιά (στεφανιαία νόσος), ο εγκέφαλος (αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο), τα μάτια (αμφιβληστροειδοπάθεια) και οι νεφροί (ανεπάρκεια).

Ωστόσο πρέπει να τονιστεί το γεγονός ότι η έναρξη των επιπλοκών και η εξέλιξη τους δεν οφείλεται μόνο στον διαβήτη και ότι οι επιπτώσεις μπορούν να μειωθούν με την παρακολούθηση και την ειδική αγωγή.

Συμπερασματικά, η σωστή ενημέρωση του ασθενή, η κατανόηση της κατάστασής του και η ενεργός συνεργασία του με τον θεράποντα ιατρό αποτελούν την αρχή μιας σωστής αντιμετώπισης του διαβήτη. Για τους ειδικούς στη διαβητολογια ιατρούς η προσπάθεια αποκατάστασης του φυσιολογικού μοντέλου ινσουλινοέκκρισης μαζί με τη μείωση της επιβάρυνσης από την ινσουλινοαντίσταση θα αποτελούν τον μείζονα στόχο της θεραπευτικής στρατηγικής.

Βιβλιογραφία

DIABETOGRAPHIA MEDICAL REVIEW 1
KUMAR & CLARK CLINICAL
MEDICINE 5η έκδοση

Παράθυρα Λογοτεχνίας για Νέους

Intellectum 10

[
Μενού