Αρχικά η είδηση: στις 6.30 περίπου το πρωί η σύντροφος του προέδρου της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ Περιστέρα Μπαζιάνα έφερε στον κόσμο στο μαιευτήριο «ΙΑΣΩ» με καισαρική τομή και αφού «έσπασαν» τα νερά το δεύτερο παιδί τους, ένα υγιέστατο αγοράκι, βάρους 3.370 κιλών. Το παιδί του Αλέξη Τσίπρα φέρεται να γεννήθηκε στην ακριβότερη σουίτα του ιδιωτικού μαιευτηρίου, της οποίας το κόστος της καθημερινής χρήσης φέρεται να αγγίζει το ιλλιγιώδες ποσό των 14.000 ευρώ ημερησίως.
Κατόπιν η αντίδραση: είδα, ξάφνου, όλο τον καλό τον κόσμο να πνέει μένεα κατά τού Τσίπρα επειδή γέννησε σε ιδιωτική κλινική, και όχι σε δημόσιο μαιευτήριο. Και τρελάθηκα. Και τρελάθηκα γιατί όντως ο κόσμος που τα λέει αυτά είναι κατά τεκμήριον καλός, όχι τίποτα δεύτεροι. Και, εξ αυτού, η επιθυμία μου να φύγω ή να χώσω το κεφάλι μου κάτω από το μαξιλάρι φούντωσε.
Καταρχάς: δε γέννησε ο Τσίπρας — γέννησε η σύζυγός του. Η διαφορά δεν είναι απλώς συγκλονιστική, αλλά και ουσιώδης: θεμελιακή. Οι γυναίκες τρώνε ό,τι θέλουν, φορούν ό,τι θέλουν, καπνίζουν άμα θέλουν, γεννάνε όπου θέλουν. Όλα αυτά, και άλλα πολλά, τα τελευταία καμπόσα χρόνια τουλάχιστον.
Θεωρώ ανεπίτρεπτο και στενόχωρο να λένε φιλελεύθερης κοπής άνθρωποι ότι ένας πολιτικός ανήρ πρέπει να επιβάλλει στη γυναίκα του τις πολιτικές του απόψεις, την κοσμοθεωρία του, τη λογική του. Ανεπίτρεπτο, στενόχωρο, απαράδεκτο.
Η όλη επίθεση εντάσσεται στο κλίμα λαϊκισμού που θα φουντώσει τρομερά τον επόμενο καιρό: ήταν αυτό που φοβόμασταν όσοι μιλάγαμε για την ανάγκη άσκησης ενός διαφορετικού λόγου, όσοι φρίτταμε με τον κανιβαλιστικό λόγο στα ΜΜΕ, όσοι ζητάγαμε ευγένεια και ήθος πάνω και πριν από τα «μηνύματα», όσοι λέγαμε να μη σπιλώνεται η όποια «αλήθεια» μας από σάλια λαϊκισμού. (Εννοείται πως ξέραμε ότι θα χάσουμε, μια ζωή τα ίδια συμβαίνουν — είμαστε ξεσκολισμένοι σε δαύτα, παλιοί).
Η απαίτηση για άσκηση λαϊκισμού («Τράβα να γεννήσεις στο δημόσιο να δεις τα χαΐρια του, ρε») είναι χειρότερος λαϊκισμός. Και πονάει περισσότερο. Και εγκαθίσταται γρηγορότερα.
Με άλλα λόγια, η επίθεση φανερώνει επίσης ένδεια δυνατότητας πολιτικής αντιπαράθεσης. Όχι επειδή δεν υπάρχουν επιχειρήματα, αλλά διότι διαβρώθηκε η δυνατότητα άσκησής της. Από τι; Μα από το λαϊκισμό.
Ένας ηγέτης, ακόμη κι ένας ριζοσπάστης, ακόμα κι ένας κομουνιστής, ακόμη κι ένας ό,τι θες, κατ’ ανάγκην και εξ ορισμού θα τρώει, θα κοιμάται και θα γεννάει πάντα υπό καλύτερες συνθήκες και «στα ακριβά», θα είναι πολύ πάνω από το λαό «του».
Έχω ντραπεί τρομερά. Άραγε με καταλαβαίνει κανείς;