ΘΕΡΜΟΚΡΑΣΙΑ ΔΩΜΑΤΙΟΥ: Σαλιγκάρια

Δεν έχω ιδέα πώς μετράμε το τετραγωνικό. Για την ακρίβεια, δεν ξέρω αν φτάνει ένας άνθρωπος να το γεμίσει ή δύο, να φτιάξουν μαζί μιαν αγκαλιά ή να πιαστούν από τα χέρια, να μείνει ο ένας στο τετραγωνικό κι ο άλλος δίπλα του να το παραφυλά μη του ξεφύγει. Εσύ πώς θα το μέτραγες;

Μπορεί κι εσύ να έκανες το ίδιο, όμως, όποτε η ανάγκη το επέβαλε τους παπαγάλιζα τους αριθμούς, τους τετραγώνιζα, όταν θα γύρευα για ελεύθερο διαμέρισμα ή όταν έπρεπε να βάλω κάποια όρια. Όλοι μας έχουμε ανάγκη κάποια όρια. Δεν είχε σημασία ιδιαίτερη αν ζω στα 20, τα 60, τα 80 τετραγωνικά, με θέα, με μπαλκόνια, με βεράντα ή ακάλυπτο. Σημασία είχε μόνο ότι ζούσα, με μιαν οροφή και έναν χώρο για τα χέρια και τα πόδια μου να απλώνουν το κολύμπι τους. Αν ήθελα θάλασσα παραπάνω, να την έψαχνα. Αν ήθελα σπηλιά για να κρυφτώ, να την έβρισκα. Μια ελευθερία να’χα να επιλέξω. Να’χω τα όρια δυσδιάκριτα να με κυκλώνουν, να τα αυξομειώνω. Το καταδύναμιν και το κατά το δοκούν. Το καιρού επιτρέποντος. Και να χαμογελώ μ’αυτή τη ματαιότητα.Υπάρχουν πάντα πράγματα που δε χωράνε σε διαστάσεις κι αυτά μου έκαναν την πιο πολλή εντύπωση. Ούτε το χαμόγελο είναι μετρήσιμο, έτσι δεν είναι; Δεν είμαι μοναχά εγώ που δυσκολεύομαι τώρα να καταλάβω, έτσι δεν είναι;

Αυτό δε μου προέκυψε στα τώρα μου. Σα μαθητής ακόμα το θυμάμαι, ότι το διάλειμμα κρατούσε περισσότερο απ’το μάθημα, κυνηγητό, κρυφτό ή απλό περπάτημα, δεν είχε όρια κι αυτό. Είχαμε αυλή να μοιραστούμε το παρόν μας κι είχαμε κήπους. Οι αναμνήσεις μέσα στην τάξη ήταν λιγότερες από αυτές τις έξω. Όμως κι οι μέσα είχαν χώρο, είχαν άπλωμα. Τώρα κι αυτό ακόμα είναι μετρήσιμο. Ένα σαχλό μας υπουργείο, παιδείας κατ’ευφημισμόν, σε μια σαφή του διαταγή ορίζει κάθε ένα παιδί να’χει τον χώρο του, τη γη του. Για σένα μιλώ. Δεν ξέρω ακόμα αν αυτός είναι πολύς ή αρκετός, ή μήπως λίγο στριμωγμένος. Είναι όμως 1,5 το τετραγωνικό και μαθητή μου εσύ καλέ έλα να μπεις εντός σχεδίου. Γιατί παλιά ήσουν αυθαίρετος.

Ενάμιση τετραγωνικό. Τόσο έχω να σου δώσω καλό μου παιδί. Μη μου ζητήσεις παραπάνω, δε βγαίνουν οι αριθμοί, δε βγαίνουν τα τετραγωνικά. Όσο κι αν ζητήσεις, δε θα πάρεις. Θα σκοντάψεις πάνω στο τετραγωνικό του διπλανού, του συμμαθητή, του συγκρατούμενου. Αν θέλεις ν’απλωθείς έχεις τη φαντασία σου, μη μου ζητάς και χώρο. Ενάμιση τετραγωνικό ο μαθητής. Τόσος πλανήτης σου αναλογεί. Εκεί αν θες κάτσε και μάθε, εκεί αν θες κάτσε και κλάψε, και δες, και ονειρέψου, και προσπάθησε να βρεις τις απαντήσεις, γιατί εγώ δεν έχω να στις δώσω. Και σήκωσε το χέρι να ρωτήσεις, μα μη ξεφύγεις απ’τα εναέρια τα σύνορά σου. Και μην κουνάς το πόδι σου, θα γίνει η καρέκλα σου αιτία κι αφορμή πολεμικής μας σύρραξης. Και μη ρωτάς πολλά γιατί μπερδεύομαι. Πρέπει να πάρω τη μεζούρα να μετρήσω τις διαστάσεις κάθε αίθουσας. Να υπολογίσω το εμβαδόν και να το καταγράψω. Να διαιρέσω και να βρω πόσα παιδιά μπορούν να στριμωχτούν. Μη με ρωτάς γιατί, δεν έχουν νόημα οι απαντήσεις στις κονσέρβες.

Υπάρχει ένα σύμπαν σχολικό κι εγώ δεν είμαι Θεός να το αμφισβητήσω. Πρέπει να το μετρήσω, να το καταγράψω, να το κατηγοριοποιήσω και αν γίνεται να μην το κατηγορήσω. Φαντάζομαι τα παιδιά που από δω και πέρα θα γεννιούνται, θα’χουν μαζί φύλλο πορείας. Και μιας απορίας. Που οι αίθουσες των 30 και 35 μαθητών δε θα μπορούν να απαντήσουν. Όσο τα σχολεία αδειάζουν από δασκάλους, τα παιδιά θα αποκτούν λιγότερα τετραγωνικά στην κατοχή τους. Και θα τα κουβαλούν, σα σαλιγκάρια στους ώμους το σπίτι τους. Θα βγαίνουν κι αυτά με τις βροχές, αφού στον ήλιο δε βρίσκουν μοίρα. Και θα’ναι το σπίτι τους, το τετραγωνάκι τους, που δεν τους πάει παρακάτω, μονάχα μέχρι τα κάγκελα του σπιτιού, του σχολιού και της τύχης τους.

Οι γονείς θα αναγκαστούν να γίνουν κι αυτοί έμποροι.  Για το παιδί που πρέπει να πάει σχολείο. Κι ας στριμωχτεί με άλλα 30, κι ας μάθει όπως έμαθαν οι τάξεις των 40, των 50, των 60 αγοριών και κοριτσιών της Κατοχής και του εμφυλίου. Απέναντι στους ιθύνοντες τσιφλικάδες, θα ξεπουλάνε γενιές για ένα κομμάτι γης. Κι αυτό το κομμάτι θα περιμένει πάντα τις βροχές για να σύρει το καβούκι του.

Υπάρχουν πάντα πράγματα που δε χωράνε σε διαστάσεις κι αυτά μου έκαναν την πιο πολλή εντύπωση. Και με μπερδεύουν. Όπως κι αυτά που δεν μπορούσαν ποτέ να ζυγιστούν, να υψωθούν, να γίνουν αριθμοί και ποσοστά. Πόσα γραμμάρια αγαπάς ένα τραγούδι; Πόσα κιλά να ‘ναι το όνειρό σου τώρα; Πόσες οργιές μία εικόνα, πόσες οργές ένα παράπονο και πόσες ίντσες ένα ταξίδι, πόσα εκτάρια μια λύπη και λεύγες και χιλιόμετρα και στρέμματα και ψέματα κι αλήθειες;

Παράθυρα Λογοτεχνίας για Νέους

Intellectum 10

[
Μενού