Μαΐστρος δροσερός ρουθούνιζε στο πέλαγος.
M΄ άσπρα πανιά πετώντας στον βαθυγάλαζο πόντο
τα φτενά μονόξυλα
χαμογελούσαν στους χαλκόχροους ψαράδες
καρφιτσώνοντας τους γλάρους στο πέτο του ορίζοντα.
Kι ως άφριζε το κύμα, χτυπώντας χαμηλά στα βράχια,
στεφάνια ασπρολούλουδα αφρών αφρίζοντας
ξεφύτρωναν
ολόγυρ΄ απ΄ το Ντούσμανι κι ως με τα Διαβασίδια.
‘Κείνη την ώρα
ο Άγγελος έπιανε του κάτου κόσμου τις πύλες
απιθώνοντας τα όνειρα
του Αλαφροΐσκιωτου
στο ρηχό ακρογιάλι του Αη Νικόλα.
* Ημερομηνία θανάτου του Σικελιανού.